|
 |
Αρχική » Κατήχηση » Κηρύγματα

Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἀκοῦμε τό κεντρικό νόημα τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἀκοῦμε τόν Ἐνανθρωπήσαντα Θεό νά μᾶς λέγει τήν κορυφαία ἐντολή Του, ἡ ὁποία μᾶς ξεχωρίζει ἀπ’ τούς πάντες καί οἰκοδομεῖ τή γνήσια σχέση μέ τόν Θεό καί μέ τούς συνανθρώπους μας. Ξεκάθαρα καί ἀπέριφραστα μᾶς λέγει ὁ Χριστός: «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν». Χωρίς περιττά ἐπιχειρήματα, χωρίς στολίδια, χωρίς κουραστικές περιστροφές μᾶς βάζει στό ἐπίκεντρο τοῦ θείου θελήματος. Ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε γιά νά ἀγαπᾶμε. Ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας.
Ἡ ἀγάπη εἶναι μέσα στά φυσικά συστατικά τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος ζεῖ γιά νά ἀγαπάει, νά συνδέεται μέ ἄλλα πρόσωπα, νά προστατεύει καί τά ὑπόλοιπα πλάσματα, νά διοχετεύει τήν ἀγάπη του σέ κάθε κατεύθυνση, διότι αὐτή ἡ ἀγάπη τόν καθιστᾶ ἀνώτερο δημιούργημα. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι μονομερής. Δέν ἔχει μόνο μία διάσταση. Εἶναι ὑλική, εἶναι καί πνευματική. Εἶναι σαρκική, εἶναι καί ψυχική. Εἶναι ἐνστικτώδης, ὅπως σ’ ὅλα τά πλάσματα, ἀλλά ἔχει ἐπιπλέον λογική καί συναίσθημα, πού δέ διαθέτουν τά ἄλογα δημιουργήματα. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πολυεπίπεδη. Ξεκινάει ἀπό χαμηλά. Ἀρχίζει ἀπό τά κοντινά του πρόσωπα καί σιγά σιγά ἁπλώνεται πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις. Ὅσο μεγαλώνει καί ἐνηλικιώνεται ὁ ἄνθρωπος, τόσο ὡριμάζει καί θεριεύει ἡ ἀγάπη. Στήν ἀρχή ἀγαπάει τούς οἰκείους του. Στή συνέχεια ἀγαπάει τούς φίλους του. Στή νεότητα ἀγαπάει τόν ἄνθρωπο πού θά φτιάξει μαζί του οἰκογένεια. Ἀργότερα ἀγαπάει τά παιδιά του. Ὅταν μεστώνει πνευματικά, αὐτές οἱ ἀγάπες γίνονται προστάδιο γιά ἕνα ἄνοιγμα πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους καί πρός ὅλη τήν πλάση. Μαζί μέ τήν ἀγάπη πρός τά ὁρώμενα, ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν πρώτη του πνοή ἀγαπάει καί τά ἀόρατα. Ἀγαπάει καί ποθεῖ τόν Θεό. Ἡ ψυχή διψάει γιά Θεό. Στρέφεται πρός καθετί θεϊκό, διότι μόνον ἐκεῖ γεμίζει τά κενά της. Ἡ ἀποκορύφωση τῆς ἀγάπης, ὅμως, γίνεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπήσει τούς ἐχθρούς του.
Τό πιό μεγάλο τραῦμα πού ὑπέστη ὁ ἄνθρωπος μετά τήν ἀπώλεια τοῦ Παραδείσου εἶναι τό τραῦμα τῆς ἀγάπης. Ἡ φυσική ἀγάπη, μέ τήν ὁποία πλάστηκε, πληγώθηκε καί ἀρρώστησε. Μέσα στήν εὐγενική φύση τῆς ἀγάπης παρεισέφρησε τό σαράκι τοῦ ἐγωισμοῦ. Ἡ ἀγάπη ἀλλοιώθηκε. Ἀντί νά ἁπλώνεται συνεχῶς πρός τούς πάντες, στένεψε ἀπελπιστικά. Ἐγκλωβίστηκε στά ἀσφυκτικά ὅρια τῆς συγγένειας, τῆς φιλίας καί τοῦ συμφέροντος. Μετά τήν πτώση στήν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος συνεχίζει νά ἀγαπάει, διότι ἔτσι εἶναι πλασμένος, ἀλλά ἀγαπάει πλέον ἐπιλεκτικά. Ἀγαπάει τούς συγγενεῖς, τούς φίλους, ἀγαπάει ὅλους αὐτούς ἀπό τούς ὁποίους ἔχει κάτι νά κερδίσει. Μακριά ἀπό τόν Θεό ἔσπασαν τά φτερά τῆς ἀγάπης. Ἡ πληγωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀγάπη δέν μπορεῖ νά κάνει οὐράνιες πτήσεις πρός κάθε κατεύθυνση. Μέ σπασμένα φτερά κάνει μικρά θλιβερά πηδηματάκια στά λασπόνερα τοῦ συμφέροντος καί τῆς συναισθηματικῆς ἀνασφάλειας. Δίνει μικρές νότες ὀμορφιᾶς, ἀλλά δέ δίνει τήν ἔνταση καί τό μεγαλεῖο πού εἶχε ἡ πρώτη θεοειδής ποιότητά της. Ἡ ἀγκαλιά της μίκρυνε καί δέν χωράει πολλά πρόσωπα. Τό χειρότερο εἶναι ὅτι ὁ ἐγωισμός μόλυνε τήν ἀγάπη μέ τήν ἐπιθυμία. Ἡ ἐγωιστική ἐπιθυμία μετέτρεψε τήν ἀγάπη σέ σαρκικό πάθος. Τό πάθος καί ἡ ἐπιθυμία τῆς σάρκας ἔγιναν καρικατοῦρες τῆς ἀγάπης, ἔγιναν «δικαιώματα», ἔγιναν πτώσεις. Στό ὄνομα τῆς ἀγάπης χάθηκε ἡ ἠθική ποιότητα. Ἡ ἀγάπη μετατράπηκε σέ ζωώδη συμπεριφορά. Μέ μία ἀγάπη χωρίς Θεό ὁ ἄνθρωπος παρασυνεβλήθηκε μέ τά ἀνόητα κτήνη καί ὁμοιώθηκε μ’ αὐτά. Ἔτσι ἡ ἀγάπη, πού φυτεύτηκε μέσα του γιά νά τόν κάνει θεό, τόν κατάντησε ἕνα κτῆνος, πού κάνει ἀδίστακτα κτηνωδίες, τίς ὁποῖες ἀμνηστεύει μέ τήν ἐπίφαση αὐτῆς τῆς κάλπικης ἀγάπης. Τό μεγαλύτερο χτύπημα ἐναντίον τῆς ἀγάπης ἦλθε ἀπό τήν ἐχθρότητα. Πρίν ἀπό τήν πτώση ὁ ἄνθρωπος δέν εἶχε ἐχθρούς. Ἀγαποῦσε τά πάντα μέ ἁπλότητα. Μετά τήν ἁμαρτία ἦλθε ἡ σύγκρουση, ἦλθε ἡ ἀντιπαλότητα, ἦλθε ἡ ἔχθρα. Ὁ ἐγωισμός φύτεψε μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή τόν φθόνο καί τήν ἔριδα. Ἔτσι μαζί μέ τήν ἀγάπη ὁ ἄνθρωπος κουβαλάει μέσα του τόν φθόνο, τήν ἔριδα, τήν κακία, τήν ἐκδικητικότητα, τόν διχασμό καί τήν κάθε μορφῆς ἀντιπαλότητα. Τήν ἀγάπη τήν περιόρισε μόνο σέ κάποια πρόσωπα. Κάποια ἄλλα πρόσωπα τά ἔκανε ἐχθρούς του, στούς ὁποίους ἀρνεῖται νά χαρίσει τήν ἀγάπη του. Σ’ αὐτό τό σημεῖο ἔρχεται ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ νά ἀναστατώσει τόν ἄνθρωπο: «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν».
Αὐτός ὁ λόγος τοῦ Ἰησοῦ δέν ἔχει ἠθικό χαρακτήρα, ἔχει ὑπαρξιακό χαρακτήρα. Δέ μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, γιά νά εἴμαστε καλοί ἄνθρωποι. Δέ θέλει νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, διότι αὐτό εἶναι ἕνας σωστός τρόπος συμπεριφορᾶς. Ὁ Χριστός δέν ἦλθε νά διορθώσει τή συμπεριφορά μας. Ἦλθε στόν κόσμο γιά νά γιατρέψει τή φύση μας. Ἦλθε νά μᾶς ἀναπλάσει καί νά θεραπεύσει τήν ὕπαρξή μας ἀπό τήν ἀσθένεια τοῦ κακοῦ. Ἡ ἔλλειψη ἀγάπης δέν εἶναι ἀνηθικότητα, εἶναι ἀρρώστια. Ὅταν δέν ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, τότε δηλητηριάζουμε τήν ὕπαρξή μας μέ τό φαρμάκι τοῦ μίσους, τῆς ἀντιπάθειας, τοῦ παραπικρασμοῦ, τῆς μνησικακίας καί τῆς διχόνοιας. Ὅταν δέν ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, κάνουμε τήν ψυχή μας κομμάτια. Ἄλλα κομμάτια τῆς ψυχῆς ἀγαποῦν καί ἄλλα κομμάτια τῆς ψυχῆς ἀντιπαθοῦν. Μία κομματιασμένη ψυχή ποτέ δέν εἶναι ὑγιής καί ἰσορροπημένη. Μία ψυχή πού αἰσθάνεται μαζί ἀγάπη καί ἔχθρα δέν μπορεῖ νά ἔχει ἐσωτερική ἁρμονία καί ἠρεμία. Μία ψυχή πού ἄλλους τούς ἀγκαλιάζει καί ἄλλους τούς ἐχθρεύεται δέν ἔχει ἡσυχία ποτέ. Πάντοτε θά θλίβεται καί θά πληγώνεται ἀπό σκέψεις καί συναισθήματα πού δέν ταιριάζουν στήν πρωταρχική της ποιότητα. Δέν γίνεται μέσα στήν ψυχή νά ὑπάρχει τό φῶς τῆς ἀγάπης καίταυτόχρονα νά ὑπάρχει ἡ σκοτεινιά τῆς ἔχθρας. Κάθε ἔντονος λόγος, κάθε σύγκρουση φέρνει μέσα στόν ἄνθρωπο κύματα ἀναστάτωσης, σύγχυσης, θλίψης καί κούρασης. Ἡ ἔχθρα ἐκδιώκει τή χαρά, πού εἶναι τό ὀξυγόνο τῆς ψυχῆς. Ἡ ἔχθρα νεκρώνει τήν ψυχή, διότι τῆς στερεῖ τή ζωτικότητα τῆς ἀγάπης. Μέ τήν ἔχθρα ἐγκαθίστανται μέσα στόν ἄνθρωπο νευρώσεις, παράπονα, θλίψεις, ἐμμονές, ἄγχη, ἀγωνίες,σχιζοφρενικές συμπεριφορές καί πολλές ἀκόμη ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Ἡ ἔχθρα εἶναι ἡ μεγαλύτερη νοσηρότητα πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν καταστροφή του.
Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» δέν εἶναι ἐντολή, εἶναι φάρμακο. Εἶναι φάρμακο πού θεραπεύει τήν ἀσθενική ἀγάπη. Δέν εἶναι εὔκολο φάρμακο. Θέλει ἐπιμονή, θέλει ταπείνωση, θέλει πολλή προσευχή, θέλει πνευματική καθοδήγηση, θέλει τόλμη καί πόθο Θεοῦ, γιά νά καταφέρουμε νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας. Μακάρι νά τό πετύχουμε. Νά ἀφουγκραστοῦμε αὐτόν τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί νά πάψουμε νά ἔχουμε ἐχθρούς. Ὅλους νά τούς νιώθουμε ἀδελφούς μας, γιά νά χαιρόμαστε μαζί τους μέ τή χαρά τῆς ἀγάπης, μιᾶς ἀγάπης πού θά μᾶς κάνει θεούς, θά δοξάζει τήν ὕπαρξή μας καί θά μᾶς σώζει.
Ι.Μ.Δ
|
|