|
 |
Αρχική » Ο Ναός μας » Διδακτικά και Ωφέλιμα
Aνάμεσα στα πλήθη που κατέφθαναν καθημερινά στον Ιορδάνη για να βαπτιστούν εμφανίστηκε μια μέρα μια μορφή διαφορετική απ’ όλες τις άλλες. Ο Ιωάννης στράφηκε και είδε τον άνθρωπο να στέκεται κοντά στο ποτάμι ανάμεσα σε κάτι καλάμια και να περιμένει. Το φώς του ήλιου που αντικαθρεφτιζόταν στο ποτάμι κι έπαιζε με το νερό έπεφτε στο πρόσωπό του και φώτιζε τη σάρκα κάτω από τα φρύδια, τα ζυγοματικά,τη μύτη και το σαγόνι του. Τα μάτια του ατένιζαν κατευθείαν τον Ιωάννη. Ο Ιωάννης τ’ αναγνώρισε αυτά τα μάτια. Δεν είχε άλλος κανείς τέτοιο βλέμμα. Πρέπει να ήταν ο εξάδελφός του που είχε να δει χρόνια πολλά, κάπου δεκαοχτώ, από τότε που είχε πεθάνει ο πατέρας του. Δεκαοχτώ χρόνια! Κι όμως, εκείνα τα μάτια τα βαθύσκιωτα ήσαν πάντοτε τα ίδια. Αυτός ήταν εκείνος, για τον οποίο η μάνα του είχε κάποτε πει: “Είναι ο Κύριός μου”. Ο άνθρωπος μέσα από τα καλάμια κούνησε το χέρι σε χαιρετισμό. Ο Ιωάννης κούνησε το κεφάλι του. Ο Ιησούς, λοιπόν! Αυτός ήταν ο Ιησούς!
Ο Ιησούς άρχισε να προχωρεί μέσα στο νερό του ποταμού, εκεί προς τα βαθιά που στεκόταν ο Ιωάννης. Όταν βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο, ο Ιησούς “Βάπτισέ με”, του είπε. Ο Ιωάννης δίστασε τον εμπόδιζε, “εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από σένα, και συ έρχεσαι σε μένα;” “ Άφησέ τα αυτά τώρα- έτσι πρέπει να κάνουμε- να εκτελέσουμε όλες τις εντολές”. Ο Ιησούς χωρίς άλλη χρονοτριβή γλίστριησε κάτω από τα νερά. Τα μακριά του μαλλιά επέπλευσαν για λίγο στην επιφάνεια του νερού, μετά χάθηκαν κι αυτά στο σκοτάδι του νερού.
Αστραπιαία, χωρίς ανάσα, πέρασαν από το μυαλό του Ιωάννη εικόνες από τη ζωή του: η οικογένειά του, το παρελθόν, οι σκληρές πεποιθήσεις του, το μέλλον του λαού του, το Ισραήλ. Η μέρα και ο καιρός και τα γεγονότα όλα τώρα συμπυκνώνονταν σε μια μικρή εστία, σ’ ένα κέντρο: τούτος ο αέρας, τούτο το στρογγυλό κομμάτι του ποταμού, επίπεδο και ήρεμο στο φως του ήλιου και τούτη η αιφνίδια υπερφυσική σιωπή.
Ο χρόνος έμοιαζε να έχει σταματήσει· όταν ο Ιωάννης συνήλθε δεν μπορούσε να σκεφτεί πόση ώρα βρισκόταν κάτω από την επιφάνεια του νερού ο Ιησούς. Μια αδιάκοπη, απαστράπτουσα σιωπή επικρατούσε παντού κάποια στιγμή ο Ιησούς αναδύθηκε από το νερό και τότε, αστραπιαία, τα ουράνια άνοιξαν και όλοι είδαν να κατεβαίνει ένα λευκό περιστέρι, ένα εκτυφλωτικό λευκό περιστέρι, και να κατευθύνεται πάνω του. Την ίδια στιγμή μια φωνή από τον ουρανό ακούστηκε να λέει: Ουτός εστίν ό Υιός μου ό αγαπητός έν ω ηυδόκησα.
Μετά απ’ αυτό το γεγονός ο Ιησούς άρχισε να κινείται με τον Ιωάννη προς την ανατολική όχθη του ποταμού. Ένταση διαγραφόταν στο πρόσωπό του μα δεν μπορούσε κανείς να την εξηγήσει. Μια όψη σχεδόν απόκοσμη είχε η μορφή του, λες κι ακολουθούσε κάποιο όραμα. Οι άνθρωποι που στέκονταν τριγύρω ασυναίσθητα οπισθοχώρησαν για να του ανοίξουν δρόμο. Ο Ιησούς απομακρυνόταν από το πλήθος με κάποια προκαθορισμένη κατεύθυνση. Τότε ο Ιωάννης είδε ότι το λευκό περιστέρι πετούσε κάνοντας κύκλους πάνω από τον Ιησού δείχνοντας το δρόμο. Μα, αυτό δεν ήταν κοινό περιστέρι! Ήταν το Άγιο Πνεύμα που περιφερόταν πάνω από τα νερά κατά τον καιρό της δημιουργίας και πάλι μετά πάνω από τα νερά του κατακλυσμού! “Συ, Ιησού”, ψιθύρισε ο Ιωάννης, “είσαι ισχυρότερος από μένα αλλά η ζωή σου θα είναι πιο δύσκολη από τη δική μου. Όπου και να σε οδηγεί το Άγιο Πνεύμα τώρα, ο Θεός να σε βοηθεί, ο Θεός να σε βοηθεί”.
Πηγή:Το Βιβλίο των Βιβλίων
Walter Wangerin,Jr
|
|