«Καρδιά φτιαγμένη από ουράνιο τόξο να έχετε. Μετά τις καταιγίδες, να λάμπει περισσότερο.....» π. Ν.Γ



Ιερές Ακολουθίες του μήνα
Αρχική » Νεότητα » Συμβουλές

 

 

α) Ποτέ δέν άργολογούμε πρό τού εξομολογητηρίου καί δέν άσχολούμεθα περί ανέμων καί ύδάτων. Δέν σχολιάζουμε τούς είσερχομένους ή τούς έξερχομέ νους. Δέν κοιτάμε τό ρολόι μας γιά νά διακριβώσου­με πόσο έμεινε μέσα ό ένας ή ό άλλος. Γιατί συμβαί­νει κι αύτό: Έμεινε πολύ, ποιος ξέρει τί άμαρτίες έχει κάμει! Αύτό δείχνει άσέβεια πρός τό Μυστήριον τής Έξομολογήσεως. Συχνά-πυκνά ό πνευματικός ιδρώ­νει γιά νά πείση τόν έξομολογούμενο ν’ άλλάξη ζωή. Έπισσωρευμένα προβλήματα άπαιτούν λύσεις. Συμ­βουλές γιά περαιτέρω ζωή, οδηγίες γιά τήν σωτηρία, όλα αύτά άπαιτοΰν χρόνο. Καί όσο πιό νέος είναι ό εξομολογούμενος, τόσο πιό πολύς χρόνος άπαιτεΐται. Επίσης άλλος χρόνος χρειάζεται γιά τήν πεθερά πού τσακώνεται μέ τήν νύφη κι άλλος χρόνος γιά τήν νύφη πού έχει στό κεφάλι της πεθερά, άνδρα, κουνιάδια καί παιδιά. ’Άς μή άσεβούμε λοιπόν χρονομετρών­τας τήν έξομολόγησι.

β) Κατά τόν χρόνο τής άναμονής σκεπτόμεθα σοβαρώς τά όσα χρειάζονται έξαγόρευσι. ’Αναθεωρούμε τήν ζωή μας, βρίσκουμε τί μάς ενοχλεί, σέ τί παρεβιά- σαμε τίς εντολές τού Θεού καί τής 'Αγίας ’Εκκλη­σίας μας. Ή άναμονή είναι ώρα ένδοσκοπήσεως, με­τάνοιας, συντριβής. Είναι ώρα έκζητήσεως τού Θείου Ελέους.

γ) Εισερχόμενοι πρός έξομολόγησι καθήμεθα σεμνά καί εκεί πού θά μάς ύποδείξη ό πνευματικός. Δέν λέμε τήν ιστορία τής ζωής μας, ούτε τά άμαρτήματα των άλλων. Δέν μάς φταίνε οί άλλοι. ’Εμείς φταίμε καί έμείς έπιζητούμε συγχώρησι. Έξομολογούμεθα λοιπόν τίς δικές μας άμαρτίες καί μόνον αύτές, έν ταπεινώσει πολλή καί μέ δάκρυα μετάνοιας. Γιά τά σαρκικά άμαρτήματα είμεθα μέν σαφείς, άλλά πολύ σύντομοι. Δεν κατερχόμεθα σε λεπτομέρειες. Τουναν­τίον, γιά τά πνευματικά αμαρτήματα είμεθα λεπτομε­ρέστεροι γιατί άπό έκεί ξεκινούν όλες οι πτώσεις,

δ) Δέν ζητούμε απ’ τόν Πνευματικό «πιστοποιητικό άγιότητος». Τό «δέν έκλεψα, δέν σκότωσα, δέν ατί­μασα» δέν έχουν πέρασι καί αξία. Καί πολλούς κλέ­ψαμε, αδικώντας τους, καί πολλούς σκοτώσαμε, συ­κοφαντώντας τους καί πολλούς ατιμάσαμε, κατηγο­ρώντας τους. Δέν είμαστε άθώες περιστερές καί κα­νείς δέν μάς πιστεύει. Έξ άλλου αν δέν κάναμε τίπο­τε, γιατί πάμε νά έξομολογηθούμε;

ε) Ποτέ δέν λέμε στόν Πνευματικό «ρώτα με». Ή «άμαρτία μου ένώπιόν μου έστι διά παντός». Όλοι ξέ­ρουμε σέ τί φταίξαμε. Υπάρχει μέσα μας ή συνείδησις, ό άπαραίτητος δικαστής, πού μάς ειδοποιεί σέ κάθε πτώσι. Αρκεί νά θέλωμε νά άκούσωμε τήν φωνή της. ’Άν ό Πνευματικός άρχίση νά άπαριθμή αμαρτίες καί νά έρωτά «τό έκαμες αυτό ή εκείνο», θά χρειασθούν ώρες πολλές γιά νά έξαντληθή ό κατά­λογος των αμαρτιών. Χώρια πού ύπάρχει μεγάλος κίνδυνος νά μάθουμε άπ’ τόν Πνευματικό άμαρτίες πού άγνοούμε. Γι’ αύτό τόν λόγο (γιά νά μή μαθαί­νουμε δηλαδή καινούριες άμαρτίες) άποφεύγουμε νά διαβάζουμε τους  καταλόγους τών άμαρτιών πού κυκλο­φορούν σέ ψευτοφυλλάδες διάφοροι εύσεβίζοντες.

στ) Ποτέ δέν έξομολογούμεθα τις τυχόν άρετές μας, πού στήν ούσία είναι άνύπαρκτες. Κανείς άπό τούς 'Αγίους δέν πίστεψε ποτέ ότι είναι ένάρετος. Άν υπάρχουν δέν χρειάζονται έξομολόγησι. Χριστιανός Ορθόδοξος πού άπαριθμεΐ άρετές είναι φαρισαΐος πρωτοκλασσάτος. Πολλοί θεωρούν σάν άμαρτίες μό­νον τά σαρκικά πάθη. Λάθος μέγα. Άμαρτίες σάν τήν ύπερηφάνεια, τόν έγωϊσμό, τό μίσος είναι άμαρτίες πολύ πιό μεγάλες καί δυσίατες. 'Αμαρτίες σάν τήν άκηδία, τήν ελλειψι μνήμης Θεού, τήν ελλειψι μνήμης θανάτου είναι ογκόλιθοι πού πλακώνουν τήν ψυχή. Άς μή λησμονούμε ποτέ ότι οί σαρκικές άμαρ­τίες είναι κακές θυγατέρες τής μητρός πασών τών άμαρτιών, τής ύπερηφανίας ήγουν. Έκ τής ύπερηφάνου καρδίας ήμών «άναβαίνουσι πορνείας μοιχείαι» καί πάσα άλλη άκαθαρσία.

ζ) Δέν υπάρχουν μικρές ή μεγάλες άμαρτίες. Οι άμαρ­τίες δέν ζυγιάζονται μέ τό καντάρι, ούτε μετριούνται μέ τόν πήχυ. Ό 'Ορθόδοξος Χριστιανός έχει συναίσθησι τής άμαρτωλότητός του, άσχέτως ποσού καί βαθμού άμαρτιών, γιατί πιστεύει ότι άστόχησε. Καί άμαρτία ίσον άστοχία. Άστόχησε νά γίνη αύτό πού ό Άγιος Θεός θέλει νά γίνη: «Βραχύ τι παρ’ άγγέλους ήλαττωμένος». Έτσι αισθάνεται τό πόσον έλλειπο- βαρής είναι, πόσον υστερεί σέ πίστι, έλπίδα καί άγάπη. Αισθάνεται ότι έχει προδώσει καί έχει άπατή σει τήν Νύμφη, τήν Εκκλησία τού Χριστού μας.

η) ’Αρκετοί πηγαίνουν στό Μοναστήρι νά κοινωνήσουν γιατί τό έχουν «τάμα». Όταν όμως ό Πνευματι­κός γιά τόν άλφα ή βήτα λόγο δέν τούς επιτρέψει τήν Θεία Κοινωνία, δυσανασχετούν, άγανακτούν διαμαρ­τύρονται καί άπαιτοΰν τήν άδεια γιά Θ. Κοινωνία. Μερικοί παίρνουν τήν άδεια μέ τό σπαθί τους, μέ τό έτσι θέλω. Όμως ή Θ. Κοινωνία δέν γίνεται ποτέ «τάμα». Δύναται ό Χριστιανός νά κοινωνήση άλλού καί άργότερα, όταν τελειώση ό κανόνας του. Άν άθετήση τήν έντολή τού Πνευματικού κολάζεται καί τότε ποιον τό όφελος άπό τό «τάμα»;

θ) Δεχόμεθα μετά ταπεινώσεως τά τυχόν επιτίμια. Ό σωστός Χριστιανός λέγει μέσα του «κι άλλα μού αξίζουν». Τά έπιτίμια είναι φάρμακα ιαματικά πού σκοπο έχουν να θεραπεύσουν πληγές. Τά δεχόμεθα με ευγνωμοσύνη. Στην εγωιστική εποχή μας συμβαίνει κι αυτό. Διαμαρτυρόμεθα γιά τά επιτίμια. «Καί τί έκαμα;»

ι) Εξερχόμενοι τοϋ εξομολογητηρίου δεν συζητούμε εδω και κεί τά όσα μάς είπε ό Πνευματικός. Τό απόρρητό της έξομολογήσεως δεν άφορά μόνο στόν Πνευματικό, άφορά καί στόν έξομολογούμενο Τά­φος ο Πνευματικός, άλλά τάφος καί μείς.

 

Αρχιμ.Δοσίθεος



 





Επίκαιρα κείμενα

DVD Πατήστε εδώ για να το δείτε

Επικοινωνία | Ο Ναός μας | Εκδόσεις
Copyright Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου του Νέου, με την υποστήριξη της e-RDA