«Οι ωραιότερες στιγμές που έζησα ήταν της αδικίας. Όποιος δέχεται τον άδικο, δέχεται τον αδικημένο Χριστό στην καρδιά του». Αγιος Γέρων Παίσιος



Ιερές Ακολουθίες του μήνα
Αρχική » Επίκαιρα κείμενα

Είναι βέβαιο πώς έχουν γραφεί πολλά θαυμά­σια κείμενα για τη Μεγάλη Παρασκευή. Κεί­μενα του έχουν μέσα τους την πυράδα των κορυφαίων γεγονότων τα οποία συντελέστηκαν και «μυστικώς» συντελούνται αυτή την αγία ημέρα. Όμως του καθενός μας ή μνήμη αυτές τις ιερές στιγμές γλυστρά στα μονοπάτια του χτές και αναζητά τον βέβαιο εκείνο λειμώνα των βιωματικών εμπειριών, του χτές και η  παιδική ηλικία κατέθεσαν στην ψυχή του, μέσα σε αναβαθμούς κατανύξεων και ταπεινές ψαύσεις των ιερών γεγονότων, με το απαραίτητο σεβασμό και την αμείωτη ταπεινοφροσύνη στοιχεία του υφαίνουν με την δέουσα προσοχή με τον αταλάντευτο σεβασμό τον χιτώνα της ενθέου βιώσεως, τής ακλινούς δηλαδή πίστεώς μας.

Μεγάλη Παρασκευή. Η χαρμολύπη κρούει τη θύρα της ψυχής και ή άνοιξη που μας ανοίγει την άλλη της θύρα, εκείνης του Πάσχα, το οποίο αναβαίνει σιωπηλό μεσ’ από σταλαγμούς ευλογημένης κατανύξεως, σταυρώσιμων βιωμάτων και επιτάφιων θρήνων, καταθέτοντας το δικό της το μερίδιο στα ιε­ρά μας τα βιώματα.

Μεγάλη Παρασκευή. Έτοιμο το ιερό Κουβούκλιο στο μέσο του ναού να δεχτεί τον Επιτάφιο. Με πε­ρίσσια χάρη ανθοστολισμένο, ταπεινά συγυρισμένο απαιτεί μονάχα τον εμβιωμένο σεβασμό και την άδολη προσέγγιση· Γιατί αυτές οι ώρες, οι ώρες του στολισμού και της λιτανεύσεως του Επιταφίου, προ­ϋποθέτουν τον βαθύτατο και προσεχτικό εντοπισμό της Παρουσίας του Θεού ανάμεσα μας· έτσι, για μία συνάντηση…           

Γι’ αυτό και την ώρα της εναποθέσεως του ’Επιτα­φίου στο Ιερό Κουβούκλιο, καθώς οι χοροί ψάλλουν το κορυφαίο δοξαστικό άσμα «Σε τον άναβαλλόμενον το φως ώσπερ ιμάτιον…», όταν φτάσουν στον διαλεχτό και σίγουρα επιλεγμένο στίχο του, «Πώς Σέ Κηδεύσω, Θεέ μου....», μαζί τους τον σιγοψιθυρίζουν με βαθύτατη κατάνυξη, πίστη και παρη7ορία, μία πλειάδα από ψυχές, άγνωστες σε πολλούς, γνωστές ωστόσο, στον Ίδιο το Θεό, γιατί τούτη τη στιγμή  καταθέτουν με προσευχητική διάθεση το τραγικό , αλλ’ επιβαλλόμενο να ειπωθεί, ερώτημα: «Πώς Σε κηδεύσω Θεέ μου..». Αυτό το διερώτημα καταθέτει λοιπόν η κάθετη ταπεινή ύπαρξη, τη στιγμή που κομίζει τα δροσερά τα άνθη για τον  στολισμό Κουβουκλίου. Και μαζί της ακολουθεί ο χορός των όσων ευτρεπίζουν το Κουβούκλιο το ντύνουν με άνθη της άνοιξης, το στρώνουν με διαλεχτά στρωσίδια, το προσέχουν ώστε να φανεί όσο γίνεται πιο ιεροπρεπές, πιο τέλειο, γιατί εκεί θα κατατεθεί η Ζωή που θα προβάλ­λει τη νέα Ζωή.

«Πώς Σέ κηδεύσω, Θεέ μου...», διαλογίζεται και η φτωχή η όταν κάθεται και αγναντεύει τις νεώτερες τις κόρες πού στολίζουν η και συνδράμουν στον στολισμό του ιερού Κουβουκλίου, όπως εκείνη στα νιάτα της και χαίρεται γιατί το νήμα της παρά­δοσης όλο και ξετυλίγεται, δεν κόβεται, δε χάνεται, αλλά συνεχίζει να δένει τα χρόνια το ένα με το άλλο.

«Πώς Σέ κηδεύσω, Θεέ μου...» ψιθυρίζει και το μι­κρό το παιδί που κατανύσεται μέσα στη φεγγοβολή της χαρμολύπης της Μεγάλης Παρασκευής και ολημερίς δε φεύγει από το ναό παρά στέκει σιμά στο ψαλτήρι και συλλαβίζει τα Εγκώμια. Ξετυλίγει τούς γνώριμους τους ήχους, χαίρεται, αγαλλιάται και απο­ρεί συνάμα. «Τί σημαίνει, “Ή ζωή εν Τάφω...”»

Το πρόσωπο τού ταπεινού λευίτη πού φέρει στις πλάτες του τον Επιτάφιο και στα χέρια του το ιερό Ευαγγέλιο συσπάται από τη συγκίνηση και δεν αντέχει να προφέρει άλλες λέξεις, γιατί είναι βέβαιο πώς αδυνατεί ν αποθηκεύσει κι άλλα κορυφαία γεγονότα. Η ψυχή του, το είναι του έχουν πλημμυρίσει από την Αγάπη και τη Μακροθυμία Του... Έτσι ό λόγος αυτός του ιερού υμνωδού γίνεται έξαφνα το στοιχείο εκείνο που τον φέρει μπροστά στο τραγική έξοδο: «Πώς Σέ κηδεύσω, Θεέ μου...», εγώ ο ανάξιος,  ο εμπαθής, ο κεγχριαίος, ο αδύναμος, ο ατελής ο πειραζόμενος καθημερινά, ό πεπτωκώς, ο γήινος; Πως, Θεέ μου, ν’ απλώσω τα χέρια μου να Σε καταθέσω  στο κενό μνημείο, το οποίο και επέλεξα, όταν ξέρω πως δεν υπάρχει τόπος που να μη Σου ανήκει…

Μεγάλη Παρασκευή. Αυτή τη μέρα οι εκκλησίες είναι ανοιχτές κι αναμένουν. Όχι τόσο τον φιλοπε­ρίεργο τον κόσμο, ο όποιος τις επισκέπτεται για να δει τον Επιτάφιο, όσο τον φιλότιμο πιστό ή και τον καλοπροαίρετο άπιστο πού θα θελήσει να καταθέσει με το άναμμα του λιτού του κεριού εκείνο το κρυφό, άλλα και τρυφερό δάκρυ της μετανοίας, της φιλαμαρτήμονος συνειδητότητάς του και της βεβαιωμέ­νης του αναξιότητας. Γιατί φτάνει μονάχα να σκεφτείς, πέρα απ’ τα λουλούδια, τα στολίδια και τον διάκοσμο, όλες τις ευεργεσίες πού δέχεσαι στο περι­θώριο των αδυναμιών σου, της ατέλειας και των έφάμαρτων λογισμών σου. Μεταξύ αυτών κι εκείνη πού εξάπαντος απαιτεί να Τον κηδεύσεις και δεν απαιτεί να Τον αναστήσεις… Εκτός μονάχα αν Τον χρειάζεσαι. Κι αυτό Σου διδάσκει με μύριους τρό­πους ή Μεγάλη Παρασκευή.

π.Κων/νος Καλλιανός





Επίκαιρα κείμενα

DVD Πατήστε εδώ για να το δείτε

Επικοινωνία | Ο Ναός μας | Εκδόσεις
Copyright Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου του Νέου, με την υποστήριξη της e-RDA